Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Σαν σήμερα, πριν 41 χρόνια, στις 29.10.1973 [Ευάγγελος Γ. Σπύρου]

Σαν σήμερα, 
πριν 41 χρόνια, στις 29.10.1973 έκανα αίτηση προσλήψεως ως ασφαλειομεσίτου στην INTERAMERICAN που τότε είχε λογότυπο ένα τετραφύλλι, κεντρικά γραφεία στην Οδό Όθωνος 4 και τηλέφωνο το 231161 (5 γραμμές). Ήταν μόνο εταιρία Ζωής.
Έμεινα στην Οδό Μάκρης 94 στο Αιγάλεω σε υπόγειο, κάτω απ’ τις σκάλες εισόδου, προσωρινά μέχρι να βρω δουλειά, στο εργένικο σπίτι φίλου που δούλευε εκτός Αθηνών και έπρεπε να βρίσκω κάπου να μένω αλλού όταν έφερνε μια φίλη του…
Κοιτάζοντας σήμερα την αίτηση παρατηρώ ότι δεν δήλωσα προϋπηρεσία, δεν δήλωσα εργοδότη (αν και είχα κάνει αρκετές χειρωνακτικές εργασίες), στο ιατρικό ιστορικό δήλωσα ότι, όχι, δεν συνεβουλέφθην ιατρόν τα 5 τελευταία χρόνια, ότι ΔΕΝ είχα ΔΕΣΜΟ με επαγγελματική, κοινωνική ή άλλη οργάνωση, στην οικονομική έκθεση όλα τα στοιχεία ήταν λευκά και μηδέν εισόδημα, στις ειδικές ερωτήσεις ότι δεν χρεοκόπησα και δεν συνελήφθη ποτέ ή καταδικάσθη για κάποιο έγκλημα. Εντύπωση μου κάνει που στην κατηγορία οικογένεια δήλωσα μόνο τον πατέρα μου, ότι διαμένω μετά των γονέων. Ως μόρφωση δήλωσα πτυχιούχος Παντείου και Δ’ έτος Νομικής Αθηνών.
Για συστάσεις ανέφερα τον Αξιωματικό Στρατού Θεοχάρη Κων/νο διαμένοντα Ριζάρη 12, τηλ. 6465228 και τον καθηγητή – Πρύτανη, Δημάκη Παν., Μαρασλή 3, τηλ. 712827 που αλληλογραφούσα και ήλπιζα να προσληφθώ βοηθός στην καθηγητική του έδρα ή του Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη καθηγητή Νεοελληνικής Ιστορίας με τον οποίο επίσης αλληλογραφούσα (έχω επιστολές τους).
Έτσι, ξεκίνησα την καριέρα άπειρος στις ασφάλειες, νέος 25 ετών, άφραγκος, ημι-μορφωμένος, άστεγος, υγιής και με όνειρα, με λευκό ποινικό μητρώο και… καλές συστάσεις.
Άνετα, μπορώ να πω ότι η καριέρα ήταν ενδιαφέρουσα με ευλογία Θεού σε όλα! Όμως σήμερα δεν είμαι νέος, δεν είμαι άφραγκος, δεν είμαι υγιής, δεν είμαι άστεγος, έχω λευκό ποινικό, είμαι αρκετά έμπειρος, με περισσότερη μόρφωση (ικανή να με πείθει ότι δεν γνωρίζω τίποτα), είμαι παντρεμένος, έχω παιδιά, δική μου επιχείρηση, μετέχω σε πάμπολλες επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες και το βιογραφικό μου γεμίζει πολλές σελίδες…
Η Διεύθυνση κατοικίας, Μάκρης 94, Αιγάλεω μου θυμίζει σταθερά από πού ξεκίνησα, που ποτέ δεν ξέχασα αν και έκανα πολλές μετακομίσεις ζητώντας κάτι καλύτερο στα σπίτια που πήγα, στο Νέο Κόσμο, στου Φιλοπάππου, στην Αγία Παρασκευή, στο Μαρούσι, στα Μελίσσια, στην Πεντέλη.
Μάκρης 94, ήμουν ντροπαλός έως δειλός, κοκκίνιζα, πείναγα, δεν είχα χρήματα, δεν είχα ρούχα, δεν είχα αυτοκίνητο, πήγαινα με λεωφορεία, πιεζόμουνα αλλά ΞΕΦΕΥΓΑ με όνειρα για καλύτερο σπίτι, για καλύτερη ζωή, για καλύτερο μέλλον με μια ροπή για αλλαγή και ζωή ευτυχισμένη μέσα μου που την γευόμουνα σαν πήγαινα βόλτα σε φίλους, σαν φόραγα παντελόνι καμπάνα και άσπρο πουκάμισο και έκοβα εισιτήριο στο αναψυκτήριο στην Λένορμαν ή το Αιγάλεω, στο σινεμά, στα γήπεδα, στον Αη-Γιώργη Λυκαβηττού ή παίρνοντας λεωφορείο για μπάνιο στη Βούλα ή το Καβούρι… Μάλλον χόρευα καλά ζεϊμπέκικο χορό στη Θηβών αν κρίνω απ’ τα κεράσματα φίλων…
Με τις ασφάλειες γνώρισα ένα σωρό κόσμο, με αξέχαστες εμπειρίες και αναμνήσεις ατελείωτες, όταν γνώρισα ένα παπά σ’ ένα νεκροταφείο στο Περιστέρι (υπέγραψα αίτηση ασφάλισης Ζωής πάνω σε πλάκα τάφου), όταν χαιρέτισα μια ιερόδουλη σε ώρα εργασίας (περίμενα να τελειώσει ο πελάτης για να συνεχίσω πώληση) ,όταν ανάγκασα ένα καθηγητή Πανεπιστημίου να υπογράψει κουβεντιάζοντας Πλάτωνα και όχι ασφάλειες, όταν ένα λυκόσκυλο δάγκωσε την ασφαλιστική τσάντα κι εγώ ανέλυα τι έξοδα έχει το δάγκωμα σκυλιού στο χέρι ξυλουργού, όταν αρνιόμουνα να γίνω Ιεχωβάς και μετά να υπογράψει μια κυρά Μαρία στον Περισσό, όταν υπέγραψα με φόβο κοιτάζοντας έναν εστιάτορα στην Ομόνοια που μου ‘λεγε πώς αν λέω ψέματα θα είμαι σκοτωμένος όπως άλλοι 7 που έσφαξε στον εμφύλιο, όταν ένας έδειρε μπροστά μου την γυναίκα του μόλις είπε, «δηλαδή άμα πεθάνει ο Μιχάλης μου εγώ θα πάρω 500.000 δρχ;», όταν έκανε εγγραφή δίσκου «κίτρινο - γαλάζιο» η Άννα Βίσση (της ασφάλισα το σπίτι στον οδό Λαχανά – Κυψέλη), όταν ντυνότανε να «βγει» ο Δ. Κοντολάζος, όταν με κοίταζε ο Δημ. Σαραβάκος του Παναθηναϊκού, όταν ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος μιλούσε σιγανά στο μαγαζί πριν βγει, όταν ο Σουλτάτης ασφάλιζε εργοστάσια, όταν στον κάμπο στα Φάρσαλα ένας αγρότης όργωνε στο χωράφι και εγώ του εξηγούσα, όταν ασφάλισα 3 μεγάλους πολιτικούς της χώρας, όταν έπινα κρασί στην ΕΒΓΑ με τον κ. Πέτρο, όταν ερωτεύτηκα μια μοδίστρα με κουβαρίστρες και κλωστές (παρ’ ολίγο να με πάρει ψιλό γαζί – γλύτωσα), όταν εξηγούσα σε Μητροπολίτη ότι μια ασφάλεια θα διατηρήσει πτωχοκομεία, όταν έπαιρνα λεωφορεία για εργοστάσια στην Εθνική Οδό Λαμίας, στη Θήβα, στη Λαμία, στη Λάρισα, στο Ναύπλιο, στην Κόρινθο, στο Αίγιο, στην Άρτα, στα Γιάννενα, στην Ύδρα, στη Σαλαμίνα, στη Θεσσαλονίκη, στη Σκιάθο, στη Ρόδο, στην Κρήτη…, όταν σχεδόν ασφάλισα όλα τα επαγγέλματα, κρεοπώλες, ιερείς, οικοδόμους, έμπορους, γιατρούς, καθηγητές, στρατιωτικούς, δημόσιους υπαλλήλους, ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, εργάτες, σερβιτόρους, καλλιτέχνες, τραπεζικούς, αγρότες, προποτζήδες, καφετζήδες, κουρείς, μανάβηδες, φωτογράφους, μηχανικούς, αρχιτέκτονες, βενζινάδες, δικηγόρους, ράφτες, μαρμαράδες, πλανόδιους, οδηγούς, εργοστασιάρχες, μαθητές, εισοδηματίες, συνταξιούχους, επενδυτές, μετανάστες κλπ κλπ…
Ώρες ατέλειωτες μπορώ να μιλάω για απίθανες ιστορίες και σχέσεις με πολλούς ανθρώπους.
Κι αν θέλετε το μυστικό που κάνει επιτυχημένες επικοινωνίες και σχέσεις, δεν υπάρχει κανόνας. Ένα πλαίσιο ενεργειών που οδηγεί σε καλά αποτελέσματα είναι το να είσαι άνθρωπος, να έχεις διάθεση για αξιοποίηση των προσόντων σου και να μετέχεις στη ζωή των άλλων απλοϊκά και ειλικρινά στις χαρές, στις λύπες, στους γάμους, τις κηδείες, τις γιορτές και επιτυχίες τους. Είναι βάση για αποδοχή και αν προσθέσεις εργασία και γνώση αντικειμένου τότε μάλλον μπορείς με λίγο τύχη να πετύχεις στα κατά κόσμο σπουδαία. Τα «μέσα σου» είναι άλλη ιστορία και αν όλα αυτά τα συνδυάσεις με αρχές και αξίες τότε και θα γεμίσεις τσέπη και καρδιά μαζί. Και πάλι δεν είναι τίποτα σταθερό!
Ταξίδεψα και σε πολλές χώρες (πάνω από 50), μετείχα σε πάνω από 500 συνέδρια, έγραψα άρθρα, έκανα ομιλίες, κέρδισα επαίνους.
Την οδό Μάκρης 94 και ότι είχε μέσα της η έννοια ΔΕΝ την ξέχασα!
Στην οδό Μάκρης 94, έκανα την πρώτη μου αίτηση Ζωής, στις 3 Νοεμβρίου 1973. Ασφάλισα έναν ηλεκτρολόγο με κατάστημα στην οδό Μεσογείων στον Χολαργό. Στην οδό Μάκρης 94, ήταν μέρες που δεν είχα να φάω και έφτιαχνα τηγανίτες με λίγο αλεύρι που είχα, που από εκεί πήρα το πτυχίο Νομικής, που ταυτόχρονα δούλευα νυχτερινή βάρδια στο εργοστάσιο Fulgor κάπου κοντά στο Γ’ Νεκροταφείο. Εκεί πήρα τα πρώτα χρήματα από προμήθειες.
Εκεί στη μικρή γκαρσονιέρα, στο υπόγειο που πλημμύριζε νερά ονειρεύτηκα τα «ρετιρέ» του μέλλοντός μου. Εκεί έκανα τα πρώτα μου μαζέματα υποψήφιων πελατών από φίλους, συμμαθητές, συγγενείς, φίλους στο στρατό. Εκεί, νύχτα γεμάτος φόβο άκουσα την εκπομπή «ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ» και με τα πόδια ξεκίνησα να δω τι γίνεται και μετέπειτα να «ζήσω» από κοντά τρεις μέρες το τι έγινε… Εκεί στην Μάκρης 94, που μου έδειξε ο φίλος μου ο Ροδόλφος (από το Δεσποτικό Ιωαννίνων) την αγάπη του στα «Χρόνια της Υπομονής» διάβαζα τα πρώτα σημειώματα και φυλλάδια για ασφάλειες ζωής, μικτές, ισόβιες, απλές… Εκεί «σαν κελαηδητό σε ώρα πολέμου» όπως γράφει ο Οδ. Ελύτης έμπλεξα τα πρώτα μου ερωτικά σκιρτήματα μετά το στρατιωτικό με τα τραγούδια του Νταλάρα, του Πάριου, του Μητροπάνου, της Βίσση, του Μπιθικώτση, του Λοΐζου, του Κοινούση, της Γαλάνη, του Βοσκόπουλου και δεν ξεχώρισα αν ήταν απλώς τραγούδια ή αντίγραφα της ζωής τα λόγια των τραγουδιών «Αγάπη μέσα στην καρδιά», «Αν ήμουν πλούσιος», «Αν μ’ αγαπάς φίλα σταυρό», «Ας είμαστε ρεαλιστές», «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε», «Αχ χελιδόνι μου», «Βροχή και σήμερα», «Γυάλινος κόσμος», «Εγνατίας 406», «Είπα να φύγω», «Η ζωή μου όλη», «Ιστορία μου», « Κράτα το φιλί», «Λίγο ακόμα», «Τα χρόνια και τα λόγια τα χαμένα», «Με λένε Γιώργο», «Μια καλή μέρα», «Ντρίγκι ντρίγκι μάνα μου», «Οδός Αριστοτέλους», «Όλοι θα ζήσουμε», «Πες μου πού πουλάν καρδιές», «Πού θα πάει πού θα βγει», «Το πουκάμισο τα θαλασσί» (ήταν το τραγούδι μου), «Σ’ αυτή τη γειτονιά», «Σαν τον Καραγκιόζη», «Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ», «Τι να πούμε τι», «Ακορντεόν», «Άντε να περάσει η μέρα», «Δωσ’ μου το χέρι σου», «Ήταν πέντε ήταν έξι»…
Μάκρης 94, ήταν που ήμουνα σ’ ένα τόπο που το σπιτάκι μου ζούσε ήρεμα «αγκυροβολημένο μεσ’ το ηλιοβασίλεμα» το τέλος της ξεγνοιασιάς μια ζωής στα πρώτα της χρόνια πριν μπει στο πλοίο για τη «μετανάστευση» προς τη σκληρή βιοπάλη, στα πρέπει, στην πρώτη γραμμή της μάχης για επιβίωση… «Το πώς πέρασα τις μέρες και νύχτες μου μετά ένας Θεός ξέρει…»
Είχε μάκρος η καριέρα και τα αγαθά της!
Είχε μάκρος ο κατάλογος των ανθρώπων που με βοήθησαν να ζήσω καλά και τους ευχαριστώ. Πέραν των πολλών ευεργετών – δασκάλων μου, ο αποφασιστικός manager μου ήταν η μάνα μου που με τα πολλά γράμματά της πάνω στο θέμα «πώς να κάνω καλό επάγγελμα» με ενέπνευσε και με στήριξε στα πρώτα δύσκολα χρόνια! (Διαβάζοντας σήμερα τα γράμματά της με τα παραδείγματα που μου ανέφερε βρίσκω ότι εκείνα τα χρόνια ήταν manager πολλών αστέρων). Ευτυχώς, κάπου στο 1978 που είχα κερδίσει δύο επιτυχίες σε διαγωνισμό συμμετοχής σε συνέδρια, όταν οι άλλοι δήλωναν συζύγους ή αρραβωνιαστικιές εγώ δήλωσα συμμετοχή δεύτερο άτομο τη μάνα μου, που παρακολούθησε «δικαιωματικά» το συνέδριο, και έτσι "ξεχρέωσα"!
Τους αγαπώ όλους, δεν ξεχνώ, τους εύχομαι υγεία, Χρόνια Πολλά, καλά και καλή συνέχεια στα έργα όλων!

Ευάγγελος Γ. Σπύρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου