Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Αποκλειστικό - Απόφαση σταθμός: Ο Άρειος Πάγος βάζει φρένο στην υποκλοπή χαρτοφυλακίων και δικαιώνει ασφαλιστικό πράκτορα!

Μία σημαντική απόφαση που δικαιώνει πρακτορειακή εταιρεία σε βάρος ασφαλιστικής εξέδωσε ο Άρειος Πάγος, και υποχρεώνει ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει προμήθειες τριών ετών στην πρακτορειακή καθώς απεδείχθη ότι η ασφαλιστική εταιρεία απέκλεισε από τις ίδιες συμβάσεις την διαμεσολάβηση της πρακτορειακής χωρίς υπαιτιότητα της τελευταίας.

Διαβάστε την απόφαση:

Αριθμός 867/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

A2` Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Γεράσιμο Φουρλάνο, Εμμανουήλ Κλαδογένη και Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Οκτωβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "...... Πρακτορειακή ", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία ".....", που εδρεύει στη … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε Πλέγκα με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 29-12-2008 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4087/2011 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6280/2012 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 24-2-2013 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Εμμανουήλ Κλαδογένης διάβασε την από 4-10-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως.

Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 περ. α` Κ.Πολ.Δ.: "Αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών...". Εξ άλλου, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 Ν.1569/1985 ("Ασφαλιστικοί πράκτορες") όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 Ν.2170/1993: "Ασφαλιστικός πράκτορας είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει ως αποκλειστικό έργο την ανάληψη με σύμβαση, έναντι προμήθειας, ασφαλιστικών εργασιών στο όνομα και για λογαριασμό μιας ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Ο ασφαλιστικός πράκτορας παρουσιάζει, προτείνει, προπαρασκευάζει, προσυπογράφει ή συνάπτει ο ίδιος ή διαμέσου άλλων διαμεσολαβούντων για λογαριασμό μιάς ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων ασφαλιστικές συμβάσεις. Επίσης παρέχει στον ασφαλισμένο κάθε αναγκαία συνδρομή κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης και ιδιαίτερα μετά την επέλευση ασφαλιστικής περίπτωσης ...". Κατά την παράγραφο 1 εδ. α` του άρθρου 4 του ιδίου νόμου, το οποίο επιγράφεται "Σχέσεις με τον εντολέα": "Τα δικαιώματα, οι υποχρεώσεις και οι αρμοδιότητες των ασφαλιστικών πρακτόρων καθορίζονται με έγγραφη σύμβαση ανάμεσα στον ασφαλιστικό πράκτορα και στην ασφαλιστική επιχείρηση που προτίθεται να πρακτορεύει (πρακτοριακή σύμβαση)". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η σχέση μεταξύ της ασφαλιστικής επιχειρήσεως και του ασφαλιστικού πράκτορος χαρακτηρίζεται ευθέως από τον νόμο σύμβαση εντολής, με εντολέα την πρώτη και εντολοδόχο τον δεύτερο (Α.Π., Ποιν., 346/2009 και 493/2007), σε αντίθεση με τον ασφαλιστικό σύμβουλο και τον συντονιστική ασφαλιστικών συμβούλων, την σχέση των οποίων με την ασφαλιστική επιχείρηση ο ίδιος νόμος, στα άρθρα 16 παρ. 1 και 20 παρ. 1 αυτού, την χαρακτηρίζει σύμβαση έργου.
Επομένως, στην μεταξύ της ασφαλιστικής επιχειρήσεως και του ασφαλιστικού πράκτορος συναπτομένη σύμβαση εντολής δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 700 Α.Κ., η οποία, επί συμβάσεως έργου, παρέχει το δικαίωμα στον εργοδότη, να καταγγείλει την σύμβαση. `Οσον δε αφορά την μεταξύ της ασφαλιστικής επιχειρήσεως και του ασφαλιστικού πράκτορος συναπτόμενη σύμβαση εντολής, το άρθρο 4 παρ. 4 Ν.1569/1985 όπως αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιό του με το άρθρο 36 παρ. 8 Ν.2496/1997, ορίζει: "Αν για οποιονδήποτε λόγο λυθεί ή λήξει η πρακτοριακή σύμβαση, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στον πράκτορα προμήθεια τριών ετών που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί, γι`αυτό το διάστημα, να παραμένει στην επιχείρηση στο μέτρο που θα την εδικαιούτο, αν δεν είχε λυθεί ή λήξει η σύμβαση. Δεν οφείλεται προμήθεια, αν η σύμβαση λύθηκε με καταγγελία εκ μέρους της ασφαλιστικής επιχείρησης που οφείλεται σε βαρύ παράπτωμα του πράκτορα, που συνεπάγεται ποινική ή αστική ευθύνη του ή αν λύθηκε με πρωτοβουλία του πράκτορα ...". Η καταγγελία είναι
τρόπος καταλύσεως και αποσβέσεως υφισταμένων ενοχικών σχέσεων για το μέλλον και ασκείται με μονομερή δικαιοπρακτική δήλωση του δικαιουμένου προς τον αντισυμβαλλόμενο, σε σύμβαση είτε αορίστου είτε ορισμένου χρόνου. Το δικαίωμα για καταγγελία είναι δικαίωμα διαπλαστικό, καθόσον τείνει σε μεταβολή υφισταμένης εννόμου καταστάσεως. Είναι δε η καταγγελία, άμεση, όταν σε αυτήν δηλώνεται σαφώς η βούληση του καταγγέλοντος για την λύση της συμβάσεως και έμμεση, όταν αυτή περιέχει μονομερή μεταβολή των όρων της συμβάσεως σε βάρος του αντισυμβαλλομένου, η οποία εξομοιώνεται προς καταγγελία, ενώ, κατά κανόνα, είναι άτυπη, δυναμένη να συνάγεται και σιωπηρώς, όπως με έγερση αγωγής.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε, με την προσβαλλομένη απόφασή του, τα ακόλουθα: "Η ενάγουσα, εταιρεία ασφαλιστικής πρακτόρευσης, νομίμως λειτουργούσα, κατάρτισε με την εναγομένη, ασφαλιστική εταιρεία, την από 19.1.2004 έγγραφη σύμβαση πρακτόρευσης αορίστου διαρκείας, με την οποία η εναγομένη ανέθεσε στην ενάγουσα να διαμεσολαβεί μεταξύ αυτής και του κοινού για τη σύναψη, στο όνομα και για λογαριασμό της, συμβάσεων ασφαλίσεως όλων των κλάδων στην περιοχή του Νομού Αττικής, αντί προμηθείας ...
Σε εκτέλεση της μεταξύ τους συμβάσεως, η ενάγουσα διαμεσολάβησε μεταξύ της εταιρείας υπό .... τον διακριτικό τίτλο ".........", που ήταν πελάτισσά της και ασκούσε επιχείρηση ενοικιάσεως οχημάτων, και της εναγομένης ώστε να συναφθεί μεταξύ αυτών η από 10.11.2004 έγγραφη σύμβαση ασφάλισης οχημάτων, με την οποίαν η εναγομένη ανέλαβε να ασφαλίζει την αστική ευθύνη από την κυκλοφορία των οχημάτων τα οποία η αντισυμβαλλόμενή της εταιρεία, λήπτρια της ασφαλίσεως, στο πλαίσιο της πιο πάνω επιχείρησής της, θα εξεμίσθωνε προς τρίτους. Η διάρκεια της σύμβασης ασφάλισης συμφωνήθηκε αρχικά διετής, με έναρξη την 1.1.2005 και λήξη την 1.1.2007 ...Τον Νοέμβριο του 2006, η εναγομένη και η ασφαλισμένη σε αυτήν πιο πάνω εταιρεία ... επικειμένης της λήξεως της διετούς διάρκειας της από 10.11.2004 υφιστάμενης μεταξύ τους συμβάσεως ασφαλίσεως, την ανανέωσαν για ένα ακόμη έτος, από 1.1.2007 έως 1.1.2008, και επανακαθόρισαν το μικτό ασφάλιστρο Την ανανέωση αυτή, η οποία μετέβαλε και το ύψος της προμήθειας της ενάγουσας, για την πρακτορική διαμεσολάβησή της, η εναγομένη την γνωστοποίησε στην ενάγουσα με την από 7.11.2006 επιστολή της και αυτή την απεδέχθη. Κατ` αυτόν τον τρόπο η εναγομένη διατήρησε την πρακτορική διαμεσολάβηση της ενάγουσας στη μετά της πιο πάνω εταιρείας υπό τον διακριτικό τίτλο "............" σύμβαση ασφαλίσεως των ενοικιαζόμενων οχημάτων της επί τρία έτη από την ημέρα που η ενάγουσα την έφερε ως πελάτισσα στην επιχείρησή της. Στο πλαίσιο της ασφαλιστικής αυτής συμβάσεως, η εναγομένη εξέδωσε το πρώτο έτος (1.1.2005 - 1.1.2006) 19.078 ασφαλιστήρια συμβόλαια, το δεύτερο έτος (1.1.2006 - 1.1.2007) 21.245 ασφαλιστήρια συμβόλαια και το τρίτο έτος (1.1.2007 - 1.1.2008) 23.498 ασφαλιστήρια συμβόλαια, εισέπραξε από την αντισυμβαλλομένη της-ασφαλισμένη πιο πάνω εταιρεία... μικτά ασφάλιστρα 6.152.841,48, 6.765.842,09 και 6.797.023,99 ευρώ, αντιστοίχως... και κατέβαλε στην ενάγουσα, για τις συμφωνημένες προμήθειές της και για το καθένα από τα παραπάνω έτη, τα ποσά των 759.524,74, 816.532,92 και 953.622,76 ευρώ, αντιστοίχως. Εκτός από την πιο πάνω, μετά της εταιρείας υπό τον διακριτικό τίτλο "...........", σύμβαση ασφάλισης των ενοικιαζόμενων οχημάτων της, την οποία η ενάγουσα τοποθέτησε στην επιχείρηση της εναγομένης και της πληθώρας των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που εξεδόθησαν στο πλαίσιο της λειτουργίας της ασφαλιστικής αυτής συμβάσεως, η εναγομένη, με τη διαμεσολάβηση της ενάγουσας, εξέδωσε υπέρ τρίτων, για το καθένα. από τα παραπάνω έτη, άλλα 7, 7 και 10 ασφαλιστήρια συμβόλαια ασφάλισης σκαφών, αυτοκινήτων και πυρός, αντιστοίχως, εισέπραξε από τους αντισυμβαλλομένους της - ασφαλισμένους μικτά ασφάλιστρα 15.346,29, 15.291,10 και 15.273,80 ευρώ, αντιστοίχως ... και κατέβαλε στην ενάγουσα, για τις συμφωνημένες προμήθειές της και για το καθένα από τα παραπάνω έτη, τα ποσά των 1.935,31, 1.531,71 και 1.312,11 ευρώ αντιστοίχως. Επικείμενης της λήξεως της ανανεωθείσης για το έτος 2007 μετά της εναγομένης από 10.11.2004 συμβάσεως ασφαλίσεως των ενοικιαζόμενων οχημάτων της, η εταιρεία υπό τον διακριτικό τίτλο "............." ζήτησε από την εναγομένη, προκειμένου να
εξακολουθήσει να ασφαλίζει σε αυτήν τα ενοικιαζόμενα οχήματά της, να της προσφέρει χαμηλότερο μικτό ασφάλιστρο, με σκοπό τον περιορισμό της σχετικής δαπάνης της, θέτοντάς της υπόψει προσφορές μειωμένων ασφαλίστρων από άλλες ανταγωνίστριες ασφαλιστικές εταιρείες και συνακόλουθα το ενδεχόμενο να την χάσει από πελάτισσα αν η προσφορά της δεν την ικανοποιούσε. Επακολούθησαν απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ της εναγομένης και της αντισυμβαλλομένης της εταιρείας ... οι οποίες κατέληξαν στη σύναψη της από 14.12.2007
συμβάσεως ασφαλίσεως των ενοικιαζόμενων οχημάτων της δεύτερης, διετούς διάρκειας, από 1.1.2008 έως και 1.1.2010, χωρίς πλέον τη διαμεσολάβηση της ενάγουσας, η οποία, προ τριετίας, είχε φέρει την ασφαλιζόμενη στην επιχείρηση της εναγομένης. Με τη σύμβαση αυτή, με την οποία η αρχική από 10.11.2004 σύμβαση ασφάλισης ανανεωνόταν για δύο ακόμη έτη, το μικτό ασφάλιστρο καθορίστηκε ... ενώ ρητά συμφωνήθηκε ότι "η τιμολόγηση έχει γίνει χωρίς διαμεσολάβηση και η διαχείριση μεταφέρεται στους συμβαλλομένους". Τα συμφωνηθέντα μικτά ασφάλιστρα ήταν χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του προηγούμενου έτους, στη διάρκεια του οποίου η ενάγουσα εξακολουθούσε να διαμεσολαβεί, κατά τα ποσά των (364,50 - 270 =) 94,5 ευρώ, για τα ήδη ασφαλιζόμενα οχήματα, και των (329 - 270 =) 59 ευρώ, για τα, το πρώτον, στην ασφάλιση εισερχόμενα, ενώ για τις μακροχρόνιες μισθώσεις παρεσχέθη ευρεία ασφαλιστική κάλυψη για πολλαπλάσια των κατώτερων νομίμων ασφαλιστικά ποσά. Η μείωση του μικτού ασφαλίστρου έγινε δυνατή, κατά ένα μέρος και συγκεκριμένα κατά το ποσό των 50 ευρώ, διότι εξοικονομήθηκε η προμήθεια που θα εισέπραττε η ενάγουσα αν εξακολουθούσε να διαμεσολαβεί, και κατά το υπόλοιπο μέρος με τη μείωση του καθαρού ασφαλίστρου. Κατ` αυτόν τον τρόπο η εναγομένη και η αντισυμβαλλομένη της εταιρεία ... αφού διατήρησαν επί μία τριετία την πρακτορική διαμεσολάβηση της ενάγουσας στη μεταξύ τους σύμβαση ασφαλίσεως, σταθμίζοντας τις περιστάσεις, έκριναν ότι δεν έχουν πλέον ανάγκη από αυτήν, δυνάμενες του λοιπού να την διαχειριστούν μόνες τους, και αποφάσισαν να την ανανεώσουν χωρίς αυτήν, επιτυγχάνοντας η μεν πρώτη να κρατήσει στην επιχείρησή της την δεύτερη, η οποία, άλλως, θα αναζητούσε άλλον ασφαλιστή, η δε δεύτερη να συνεχίσει την ασφαλιστική κάλυψη των ενοικιαζόμενων οχημάτων της με ευνοϊκότερο ασφάλιστρο. Αντίθετα, η εναγομένη διατήρησε την πρακτορική διαμεσολάβηση της ενάγουσας στις λοιπές, πλην της μετά της εταιρείας υπό τον διακριτικό τίτλο "..........", δέκα συμβάσεις ασφαλίσεως τις οποίες η ενάγουσα είχε τοποθετήσει στην επιχείρησή της, και εξακολούθησε, πέραν της 1.1.2008, να της καταβάλλει τις συμφωνημένες κατά περίπτωση προμήθειες. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά και σύμφωνα με την προηγούμενη σκέψη η εναγομένη, με το ανανεώσει, την 14.12.2007, για δύο έτη, την μετά της εταιρείας υπό τον διακριτικό τίτλο ".................." υφιστάμενη από 10.11.2004 μεταξύ τους σύμβαση ασφαλίσεως των ενοικιαζόμενων οχημάτων της, χωρίς την πρακτορική διαμεσολάβηση της ενάγουσας, η οποία προ τριετίας την είχε τοποθετήσει στην επιχείρησή της, δεν παραβίασε την μετ` αυτής σύμβαση πρακτορείας, διότι δεν είχε συμβατική υποχρέωση να διατηρήσει τη διαμεσολάβηση αυτή, ούτε σιωπηρώς την κατήγγειλε, διότι το περιεχόμενό της είναι ευρύτερο εκείνου της ανανεωθείσης συμβάσεως ασφαλίσεως και δεν εξαντλείται σε αυτήν, ανεξαρτήτως του ότι η τελευταία, κατά το χρόνο της ανανέωσής της, αντιπροσώπευε, με βάση την αξία του αντικειμένου της, το μεγαλύτερο μέρος της ασφαλιστικής παραγωγής που η ενάγουσα είχε έως τότε τοποθετήσει στην επιχείρησή της, ούτε, τέλος, αδικοπραξία, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των άρθρων 914 και 919 του ΑΚ, έχει εις βάρος της ενάγουσας τελέσει, διότι η απόφασή της να τερματίσει, μετά τριετία μάλιστα από της ενάρξεώς της, την πρακτορική διαμεσολάβησή της στη μετά της εταιρείας ... σύμβαση ασφαλίσεως των ενοικιαζόμενων οχημάτων της, εντάσσεται στις αντικειμενικά προβλέψιμες από αυτήν συναλλακτικές δυνατότητές της, εξυπηρετούσε το καλώς εννοούμενο συμφέρον της επιχειρήσεώς της και δεν ελήφθη με σκοπό να προκληθεί βλάβη στην ενάγουσα (πρβλ. Ολ ΑΠ 13/2004).

Συνεπώς, αμφότερες οι δια της υπό κρίση αγωγής ασκούμενες αξιώσεις της ενάγουσας είναι αβάσιμες κατ` ουσίαν, η μεν αξίωση για την αποζημίωση του άρθρου 4 παρ.4 του ν. 1569/1985, διότι δεν απεδείχθη η εκ μέρους της εναγομένης σιωπηρή καταγγελία της συμβάσεως πρακτορίας και συνακόλουθα η λύση της, επί των οποίων η ενάγουσα στηρίζει την αξίωσή της αυτή, η δε αξίωση για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης, διότι, με βάση τα πιο πάνω περιστατικά που απεδείχθησαν, δεν στοιχειοθετείται αδικοπραξία της εναγομένης, ικανή να στηρίξει την έναντι αυτής αξίωσή της ...".

Με αυτά τα οποία δέχθηκε το Εφετείο, το οποίο επί πλέον εχαρακτήρισε εσφαλμένα την μεταξύ της ασφαλιστικής επιχειρήσεως και του ασφαλιστικού πράκτορος σχέση σύμβαση έργου στηριζομένη μεταξύ των άλλων άρθρων και στο άρθρο 700 Α.Κ. και ακολούθως απέρριψε την αγωγή της αναιρεσειούσης, υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ., καθόσον εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε τα άρθρα 4 παρ. 4 Ν.1569/1985 και 700 Α.Κ.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις ουσιαστικές παραδοχές του Εφετείου, η συμπεριφορά της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας, η οποία κατά τα έτη 2005, 2006 και 2007 κατέβαλε την ανάλογη προμήθεια, η οποία ανήλθε σε 759.524,74 ευρώ, 816.532,92 ευρώ και 953.622,76 ευρώ ανά έτος, στην αναιρεσείουσα ασφαλιστική πράκτορα για τις συμβάσεις ασφαλίσεως αυτοκινήτων οι οποίες ανήλθαν κατά τα ίδια έτη σε 19.078, 21.245 και 23.498 αντιστοίχως και τις οποίες συνήψε με την πελάτιδα εταιρία με την διαμεσολάβηση της αναιρεσειούσης και ακολούθως κατά τα επόμενα έτη η αναιρεσίβλητη απέκλεισε από τις ίδιες συμβάσεις την διαμεσολάβηση της αναιρεσειούσης χωρίς υπαιτιότητα της τελευταίας και εξακολούθησε να συμβάλλεται απ` ευθείας με την πελάτιδά της, αποστερώντας έτσι από την αναιρεσείουσα την κατά νόμον ανάλογη προμήθειά της και περιορίζοντας την συνεργασία των στις υπόλοιπες συμβάσεις τις οποίες συνήπτε με την μεσολάβηση της αναιρεσειούσης και οι οποίες κατά τα ίδια έτη ανήρχοντο στον πολύ μικρό αριθμό των 7,7 και 10 συμβάσεων ανά έτος και απέφεραν στην τελευταία τα μικρά, εν σχέσει προς τα προηγούμενα, ποσά των 1.935,31 ευρώ, 1.531,71 ευρώ και 1.312, 11 ευρώ αντιστοίχως, συνιστά (η συμπεριφορά της αναιρεσίβλητης) μονομερή, σοβαρή και ιδιαιτέρως βλαπτική μεταβολή των όρων της συμβάσεως εις βάρος της  αναιρεσειούσης ασφαλιστικής πράκτορος και εξομοιώνεται προς έμμεση καταγγελία. Η καταγγελία δε αυτή, ερχομένη σε αντίθεση προς τις επιταγές του άρθρου 4 παρ. 4 Ν. 1569/1985 και γενομένη άνευ δικαιώματος από την αναιρεσίβλητη, συνεπάγεται την οριζομένη από το ίδιο άρθρο συνέπεια, ήτοι την υποχρέωση αυτής για την καταβολή προμήθειας τριών ετών στην αναιρεσείουσα ασφαλιστική πράκτορα.
Επομένως, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως και κατά το πρώτο σκέλος είναι βάσιμος. Ακολούθως, παρελκούσης της ερεύνης των λοιπών λόγων αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση ως προς το ίδιο κεφάλαιο, δηλαδή της καταβολής της οφειλομένης προμηθείας, πρέπει να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλομένη απόφαση και ειδικότερα μόνον ως προς το κεφάλαιο αυτό και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Εφετείο Αθηνών, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων οι οποίοι εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση, να καταδικασθεί δε η αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσειούσης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει και κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό την υπ` αριθ. 6280/2012 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές.

Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσειούσης, τα οποία ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 26η Νοεμβρίου 2013.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 16η Απριλίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ρ.Κ.
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου